Απόφραξη ρινοδακρυϊκού πόρου
Η απόφραξη της ρινοδακρυϊκής οδού οφείλεται στην απόφραξη του ρινοδακρυϊκού πόρου (ΡΝΔΠ) και μπορεί να είναι είτε εκ γενετής ή επίκτητη. Η απόφραξη του ρινοδακρυϊκού πόρου οδηγεί στην υπερβολική εκροή των δακρύων που ονομάζεται δακρύρροια ή επιφορά.
Συμπτώματα
Η υπερβολική δακρύρροια είναι η πιο συχνή ενόχληση των ασθενών με απόφραξη του ρινοδακρυϊκού πόρου. Σε περίπτωση που συνυπάρχει πόνος και πρήξιμο στο πλάι της μύτης και στο κάτω βλέφαρο, τότε μιλάμε για δακρυοκυστίτιδα, που είναι η φλεγμονή του δακρυϊκού ασκού.
Αιτιολογία
- Εκφυλιστική στένωση.
Η εκφυλιστική στένωση είναι ίσως η πιο κοινή αιτία απόφραξης του ρινοδακρυϊκού πόρου σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Αυτό μπορεί να είναι αποτέλεσμα μιας άγνωστης λοίμωξης ή ενδεχομένως μιας αυτοάνοσης ασθένειας. Προσβάλλει τις γυναίκες δύο φορές συχνότερα απ΄ ότι τους άνδρες. - Δακρυόλιθος.
- Νόσος των ιγμορείων.
Η νόσος των ιγμορείων μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη απόφραξης του ρινοδακρυϊκού πόρου. - Φλεγμονώδης νόσος.
Η κοκκιωματώδης νόσος, συμπεριλαμβανομένης της σαρκοείδωσης, της κοκκιωμάτωσης Wegener, και του κοκκιώματος της μέσης γραμμής, μπορεί επίσης να οδηγήσει σε απόφραξη του ρινοδακρυϊκού πόρου. - Τραύμα.
Τα ρινο–κογχικά κατάγματα μπορούν να προκαλέσουν απόφραξη του ρινοδακρυϊκού πόρου. Θα πρέπει να αντιμετωπίζονται εγκαίρως με ανάταξη του κατάγματος και τοποθέτηση στεντ σε ολόκληρο το δακρυϊκό σύστημα αποχέτευσης. Ωστόσο, τέτοιοι τραυματισμοί συχνά δεν αναγνωρίζονται ή αρχικά παραμελούνται διότι συνυπάρχουν με άλλους πιο σοβαρούς τραυματισμούς. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η καθυστερημένη θεραπεία της εμμένουσας επιφοράς συνήθως απαιτεί ασκορινοστομία. - Δακρυϊκά βύσματα σιλικόνης.
Όπως και σε παρόμοιες περιπτώσεις απόφραξης του σωληναρίου, έκτοπα βύσματα των δακρυϊκών σημείων και των δακρυϊκών σωληναρίων μπορούν να μεταναστεύσουν και να αποφράξουν τον ρινοδακρυϊκό πόρο. - Νεοπλάσματα.
Πρέπει να εξετάζουμε την περίπτωση νεοπλασμάτων σε κάθε ασθενή που παρουσιάζει απόφραξη του ρινοδακρυϊκού πόρου. Σε ασθενείς με άτυπη εμφάνιση, συμπεριλαμβανομένου της νεαρότερης ηλικίας και του αρσενικού φύλου, είναι απαραίτητη η περαιτέρω διερεύνηση. Η εκροή αίματος από το δακρυϊκό σημείο ή η διάταση του δακρυϊκού ασκού πάνω από τον τένοντα του έσω κανθού είναι επίσης εξαιρετικά υποδηλωτικό ενός νεοπλάσματος. - Συγγενής (εκ γενετής) απόφραξη.
Η συγγενής απόφραξη του ρινοδακρυϊκού πόρου οφείλεται πιο συχνά σε μια εμμένουσα μεμβράνη στη βαλβίδα του Hasner.
Αντιμετώπιση
1. Διασωλήνωση και τοποθέτηση stent
Μερικοί κλινικοί γιατροί πιστεύουν ότι η μερική στένωση του ρινοδακρυϊκού πόρου με συμπτωματική επιφορά μερικές φορές απαντά καλά στη χειρουργική διασωλήνωση όλου του δακρυϊκού συστήματος αποχέτευσης. Αυτή η επέμβαση θα πρέπει να γίνεται μόνο εάν τα stents μπορεί να περάσουν εύκολα. Σε πλήρη απόφραξη του ρινοδακρυϊκού πόρου, η διασωλήνωση από μόνη της δεν είναι αποτελεσματική, και θα πρέπει να γίνεται ασκορινοστομία. Η συγκεκριμένη επέμβαση αποτελεί τη θεραπεία εκλογής σε περίπτωση συγγενούς (εκ γενετής) απόφραξης του ρινοδακρυϊκού πόρου σε βρέφη άνω του ενός έτους με εμμένουσα δακρύρροια.
2. Ασκορινοστομία
Η ασκορινοστομία είναι η θεραπεία εκλογής για τους περισσότερους ασθενείς με επίκτητη απόφραξη του ρινοδακρυϊκού πόρου. Χειρουργικές ενδείξεις αποτελούν η επαναλαμβανόμενη δακρυοκυστίτιδα, η χρόνια βλεννώδης παλινδρόμηση, η επώδυνη διάταση του δακρυϊκού ασκού, και η ενοχλητική δακρύρροια. Για τους ασθενείς με δακρυοκυστίτιδα, η ενεργή λοίμωξη θα πρέπει να αντιμετωπιστεί, αν είναι δυνατόν, πριν από τη ασκορινοστομία.